Βοηθούν πολίτες να καλύψουν τις ανάγκες τους και συμβάλλουν στην αντιμετώπιση κοινωνικών, περιβαλλοντικών και οικονομικών προκλήσεων. Στην Ελλάδα το μοντέλο υπάρχει από το 2018 και παρά τις πολλαπλές δυσκολίες αναπτύσσεται διαρκώς.
Τι θα ευχόμασταν λοιπόν στις ενεργειακές κοινότητες για το 2024;
Να μεγαλώσουν με ποσοτικούς και ποιοτικούς όρους. Εκτιμούμε ότι περισσότεροι από 2.500 συμπολίτες μας είναι μέλη αυθεντικών ενεργειακών κοινοτήτων στη χώρα. Παρότι το μέγεθος αυτό αποτελεί μεγάλη επιτυχία για έναν θεσμό που μετράει μόλις λίγα χρόνια λειτουργίας, θα θέλαμε το 2024 να πολλαπλασιαστούν. Θα θέλαμε επίσης να υλοποιήσουν περισσότερα έργα, δίνοντας έμφαση σε έργα ενεργειακού συμψηφισμού. Θα θέλαμε να συνεχίσουν να εργάζονται για τη διαφύλαξη του δημοκρατικού μοντέλου λειτουργίας τους, έχοντας πάντα ως στόχο την κάλυψη αναγκών και όχι την κερδοσκοπία. Τέλος, θα θέλαμε να τις δούμε να ενισχύουν ακόμη περισσότερο τον ρόλο τους ως αναπόσπαστα και οργανικά τμήματα των τοπικών κοινωνιών μέσα στις οποίες γεννιούνται και αναπτύσσονται. Η καλλιέργεια συνεργειών με τοπικές επιχειρήσεις, οργανισμούς και Δήμους και η καταπολέμηση της ενεργειακής φτώχειας μπορούν να συμβάλλουν προς την κατεύθυνση αυτή.
Να ενισχύσουν τη δικτύωση και την ανοιχτή και ελεύθερη ανταλλαγή τεχνογνωσίας και ιδεών. Κάτι που εξάλλου τις έχει βοηθήσει να αντιμετωπίσουν τις έως τώρα προκλήσεις. Η δημιουργία μιας εθνικής Δέσμης ενεργειακών κοινοτήτων που ξεκίνησε το 2021, έκανε αποφασιστικά βήματα το 2023 και που αναμένεται να ολοκληρωθεί εντός του 2024, αποτελεί μια εξαιρετικά ελπιδοφόρα προσπάθεια προς την κατεύθυνση αυτή.
Να διευρύνουν τη γκάμα των δραστηριοτήτων τους πέρα από την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από φωτοβολταϊκά. Καλύπτοντας έτσι περισσότερες ανάγκες και μειώνοντας το ρίσκο του επιχειρηματικού τους μοντέλου. Η διεύρυνση μπορεί να αφορά τόσο σε τεχνολογίες όπως αιολικά (συμπεριλαμβανομένων των υπεράκτιων), υδροηλεκτρικά, βιομάζα, αγρο-φωτοβολταϊκά, παραγωγή θερμικής ενέργειας, καθώς και υπηρεσίες βιώσιμης κινητικότητας, εξοικονόμησης ενέργειας και παροχής ευελιξίας (αποθήκευση και απόκριση ζήτησης).
Γιατί όμως θεωρούμε ότι τώρα, πιο πολύ από ποτέ, είναι σημαντικό οι ευχές μας να πιάσουν τόπο; Η χρονιά αυτή θα είναι αποφασιστική για την ενεργειακή μετάβαση. Για να συνεχιστεί και να επιταχυνθεί θα πρέπει οι δυνάμεις που την εκπροσωπούν, προερχόμενες από τον πολιτικό και επιχειρηματικό κόσμο και τους φορείς της κοινωνίας των πολιτών, να έχουν ισχυρή κοινωνική και πολιτική στήριξη σε εθνικό και Ευρωπαϊκό επίπεδο. Αν θελήσουμε όμως να δούμε την αλήθεια κατάματα θα διαπιστώσουμε ότι ένα αυξανόμενο τμήμα της κοινωνίας γυρνάει την πλάτη στην ενεργειακή μετάβαση. Φοβάται τις αλλαγές που φέρνει και αισθάνεται ανασφάλεια. Χάνει ή αναγκάζεται να αλλάξει δουλειές. Αντιλαμβάνεται το ενεργειακό σύστημα και την ενέργεια ως κάτι όλο και πιο δυσνόητο, ξένο και ακριβό. Μέσα σε ένα περιβάλλον αστάθειας αισθάνεται άβολα απέναντι σε όρους που δυσκολεύεται να κατανοήσει. Οι συμπολίτες μας αυτοί θεωρούν ότι βρίσκονται στους χαμένους της ιστορίας και επιλέγουν να συσπειρώνονται όλο και περισσότερο πίσω από φωνές λαϊκισμού που αντιδρούν στην ενεργειακή μετάβαση φορτώνοντας της τόσο προκλήσεις που είναι αποτέλεσμα της όσο και προκλήσεις που δεν είναι.
Είναι πλέον εμφανές ότι η ενεργειακή μετάβαση δεν θα αποτελέσει έναν ευχάριστο περίπατο στην εξοχή όπου οι μόνες μας ανησυχίες θα είναι τεχνολογικές και χρηματοδοτικές. Γίνεται όλο και πιο σαφές ότι συντελείται ένας πολύπλοκος κοινωνικός μετασχηματισμός που διαπερνά οριζοντίως τη λειτουργία της κοινωνίας. Οι εφαρμοζόμενες πολιτικές και τα οργανωσιακά μοντέλα που επιλέγονται να χρησιμοποιηθούν μπορούν να ενδυναμώσουν ή να αποδυναμώσουν θεσμούς, να αναδείξουν αφηγήματα που ενώνουν ή που διαχωρίζουν και να ενισχύσουν ή να καταστρέψουν την ίδια τη δημοκρατία. Οι ενεργειακές κοινότητες αποτελούν ένα κατά βάση οργανωσιακό μοντέλο το οποίο διαθέτει τις κατάλληλες ποιότητες και τους μηχανισμούς λειτουργίας που επιτρέπουν σε όλους τους πολίτες να ακουστούν και να ενσωματωθούν. Έχουν λοιπόν την έμφυτη ικανότητα να αγκαλιάσουν και όσες και όσους θεωρούν ότι ανήκουν στους χαμένους της ιστορίας. Αποτρέποντας τους έτσι από το να επιλέξουν να συστρατευθούν με φωνές λαϊκισμού που προσφέρουν μη ρεαλιστικές και απλοϊκές λύσεις σε πολυσύνθετες περιβαλλοντικές και κοινωνικές προκλήσεις.
Πως όμως θα μετατραπούν οι ευχές σε πράξεις; Η Πολιτεία πρέπει να διασφαλίσει ένα ευνοϊκό περιβάλλον για την ανάπτυξη των αυθεντικών ενεργειακών κοινοτήτων.
Ιδέες, εμπειρίες και τεχνογνωσία ευτυχώς υπάρχουν και μπορούν να αντληθούν:
Από το πεδίο στο οποίο συναντάμε ενεργειακές κοινότητες με σημαντικό κοινωνικό, περιβαλλοντικό και οικονομικό αντίκτυπο οι οποίες μπορούν να αποτελέσουν πυξίδες. Από το Ηλιοτρόπιο στη Λέσβο, τη Μινώα στην Κρήτη και την Αλληλενέργεια στη Σύρο μέχρι τις τοπικές ενεργειακές κοινότητες της Σίφνου, της Χάλκης και της Χίου. Από τις ενεργειακές κοινότητες των Φαρμακοποιών και την Αέναον στην Πελοπόννησο ως την ΕΣΕΚ στην Καρδίτσα και την Κοινέργεια στην Ήπειρο. Από το δίκτυο Όφελος στην κεντρική Μακεδονία έως την ΕΚΟΙΝ Αττικής, τη Solarity, τον Υπερίωνα και την Collective Energy στην Αθήνα.
Από ένα μεγάλο οικοσύστημα οργανισμών, δικτύων και ακαδημαϊκών και ερευνητικών ιδρυμάτων το οποίο τα τελευταία χρόνια συμβάλει στην ανάπτυξη του μοντέλου. Οι φορείς αυτοί συνεργάζονται έμμεσα και άμεσα με ενεργειακές κοινότητες και υλοποιούν σχετικά ερευνητικά προγράμματα. Τα αποτελέσματα των ερευνών τους και η εμπειρία τους είναι προσβάσιμη και πολύτιμη.
Ας προσπαθήσουμε λοιπόν συλλογικά το 2024 να αγκαλιάσουμε πιο σφιχτά αυτούς που αισθάνονται τον μεγαλύτερο φόβο και απειλή από την ενεργειακή μετάβαση. Ας βοηθήσουμε τους συμπολίτες μας που θεωρούν ότι είναι οι χαμένοι της ιστορίας να γίνουν οι πρωταγωνιστές και πρωταγωνίστριες της!
Ο Δημήτρης Κιτσικόπουλος είναι υποψήφιος διδάκτορας (Τ.Μ.Χ.Α./Α.Π.Θ.) και μέλος της Οργάνωσης ELECTRA energy η οποία προωθεί από το 2016 τη μετάβαση σε ένα δημοκρατικό ενεργειακό σύστημα.