Οι ευρωεκλογές του 2024 γίνονται σε μια εποχή που η ανθρώπινη πολιτική συμπεριφορά επηρεάζεται όλο και περισσότερο από την τεχνητή νοημοσύνη και τον ψηφιακό κόσμο. Δεν είναι τυχαίο ότι 27 μεγάλες εταιρείες πληροφορικής, στις 16 Φεβρουαρίου του 2024, υπέγραψαν τη Συμφωνία για την Καταπολέμηση της Παραπλανητικής Χρήσης της Τεχνητής Νοημοσύνης στις εκλογές του 2024, στα πλαίσια της ετήσιας Συνδιάσκεψης Ασφάλειας του Μονάχου[1]. Μια μέρα αργότερα, τέθηκε σε ισχύ ο κανονισμός ΕΕ 2022/2065 σχετικά με την ενιαία αγορά ψηφιακών υπηρεσιών και την τροποποίηση της οδηγίας 200/31/ ΕΚ. Ο κανονισμός αφορά όλες υπηρεσίες μετάδοσης ή αποθήκευσης πληροφοριών (πλατφόρμες, μηχανές αναζήτησης, φιλοξενία) εντός της ΕΕ και προωθεί τη μεγαλύτερη διαφάνεια στη διαχείριση των πλατφορμών. Παραμένει όμως εξαιρετικά δύσκολη η υλοποίηση του διότι η ΕΕ και οι κυβερνήσεις, στις περισσότερες περιπτώσεις, δεν έχουν τα τεχνολογικά μέσα που απαιτούνται για να ελεγχθούν οι εν λόγω πλατφόρμες. Κάποιες δε από αυτές τις εταιρείες επιδιώκουν να πουλήσουν στις κυβερνήσεις τα εργαλεία με τα οποία θα ελέγχονται οι ίδιες οι εταιρείες!
Ο κυρίαρχος κίνδυνος που εντοπίζει η ΕΕ και οι μεγάλες εταιρείες πληροφορικής αφορά σε πιθανές παρεμβάσεις στις ευρωεκλογές με deep fake news και λογισμικά τεχνητής νοημοσύνης που θα διασπείρουν παραπληροφόρηση. Ως πιθανότερος ένοχος φωτογραφίζεται, ξανά, η Ρωσία. Σύμφωνα με πρόσφατη ανακοίνωση της Microsoft[2], δεν εντοπίστηκαν σοβαρές περιπτώσεις χρήσης τεχνητής νοημοσύνης για παραπληροφόρηση στις ευρωεκλογές, γεγονός που μάλλον επιβεβαιώνει τη γενική αδιαφορία για αυτές. Μια αδιαφορία μάλλον δικαιολογημένη εφόσον η σημασία τους περιορίζεται δραματικά από το γεγονός ότι στην ΕΕ οι σημαντικότερες αποφάσεις παίρνονται από μη εκλεγμένα όργανα όπως το Eurogroup και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, χωρίς καμία διαφάνεια και λογοδοσία, χωρίς καν να τηρούνται πρακτικά. Η ίδια η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν δεν ήταν καν υποψήφια στις ευρωεκλογές και επιβλήθηκε εκ των υστέρων ως πρόεδρος της ΕΕ, όπως φημολογείται ότι θα γίνει και φέτος με τον Ντράγκι.
Ωραία όλα αυτά, όμως ο σοβαρότερος κίνδυνος αγνοείται συστηματικά και μόνιμα. Αυτός δεν βρίσκεται στην πιθανή χρήση τεχνητής νοημοσύνης για την πρόκληση παραπληροφόρησης, αλλά στην ίδια την αξιοποίηση της τεχνητής νοημοσύνης ως βασικό εργαλείο πολιτικής παρέμβασης, όχι από τα κόμματα αλλά από τις εταιρείες που την ελέγχουν.
Οι προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ που έγιναν την 4η Νοεμβρίου του 1952 σηματοδότησαν το πέρασμα στην εποχή που οι τεχνολογίες της επικοινωνίας και της πληροφορικής παίζουν όλο και μεγαλύτερο ρόλο στις εκλογικές διαδικασίες. Εκείνο το βράδυ, για πρώτη φορά, υπήρξε ενιαία τηλεοπτική κάλυψη των εκλογών σε όλες τις ΗΠΑ αλλά και, για πρώτη φορά, το αποτέλεσμα των εκλογών προβλέφθηκε πριν κλείσουν οι κάλπες σε όλη τη χώρα, με μεγάλη ακρίβεια, με τη χρήση του (τότε) υπερυπολογιστή UNIVAC. Ο μεγάλος συγγραφέας Isaac Asimov, παρακολούθησε αυτή την εκλογική βραδιά στην τηλεόραση και εμπνεύστηκε το σχετικά παραμελημένο αλλά πολιτικά εμβληματικό διήγημα του με τίτλο “Franchise”.
Στο διήγημα αυτό, που δημοσιεύτηκε το 1955 αλλά διαδραματίζεται τον Νοέμβριο του 2008, οι δημοκρατικές εκλογές είναι πλέον παρωχημένες. Η πολιτική βούληση των Αμερικανών ασκείται όχι από μεμονωμένους πολίτες που στέκονται στην ουρά για να ψηφίσουν, αλλά από έναν τεράστιο υπερυπολογιστή, τον Multivac, που γνωρίζει τα πάντα για τις οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες στη χώρα αλλά και για τον κάθε πολίτη. Ο υπερυπολογιστής επεξεργάζεται έναν ωκεανό από δεδομένα με άγνωστους και αδιαφανείς για τους πολίτες αλγόριθμους, για να προβλέψει αξιόπιστα το αποτέλεσμα των εκλογών. Η μηχανή, ωστόσο, δεν μπορεί να κάνει όλη τη δουλειά μόνη της. Έτσι, ο Multivac επιλέγει έναν και μόνο ψηφοφόρο της χρονιάς από το εκλογικό σώμα για να του κάνει ερωτήσεις που θα αποτυπώνουν τις ψυχολογικές διακυμάνσεις των πολιτών. Οι απαντήσεις, συνδυαζόμενες με τα αποτελέσματα των αλγόριθμων που τρέχει ο υπερυπολογιστής, δίνουν το εκλογικό αποτέλεσμα με ακρίβεια. Κανείς δεν χρειάζεται πραγματικά να ψηφίσει. Με αυτόν τον τρόπο η κρατική μηχανή εξοικονομεί το κόστος διεξαγωγής των εκλογών, οι πολίτες αποφεύγουν τις ουρές και την ταλαιπωρία και οι υποψήφιοι γλιτώνουν από τις πολυέξοδες και κουραστικές προεκλογικές καμπάνιες.
Σχεδόν 70 χρόνια μετά τη δημοσίευση του “Franchise, οι πολιτικές εκστρατείες βασίζονται πλέον στη μεθοδική, διαρκή και σε βάθος εξόρυξη τεράστιων ποσοτήτων δεδομένων από το διαδίκτυο και ειδικότερα από τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης (ΜΚΔ). Με τη βοήθεια της τεχνητής νοημοσύνης, ένας ασύλληπτος όγκος πληροφοριών συλλέγεται, φιλτράρεται και χρησιμοποιείται έτσι ώστε να αποτυπωθούν οι προτιμήσεις και οι διαθέσεις εκατοντάδων εκατομμυρίων ψηφοφόρων και να αξιοποιηθούν για πολιτική διαφήμιση (και όχι μόνο). Οι αλγόριθμοι της ΤΝ μπορεί να μην ψηφίζουν ακόμα, αλλά επιλέγουν τα κείμενα και τις φωτογραφίες που βλέπουμε, προτείνουν φίλους και ομάδες, αποφασίζουν ποιο περιεχόμενο είναι κατάλληλο και ακατάλληλο με δικά τους κριτήρια. Από τη μια μεριά, το Facebook αποφάσισε να περιορίσει την ειδησιογραφία το 2018 και να μειώσει το πολιτικό περιεχόμενο του το 2022. Από την άλλη μεριά, δεκάδες επιστημονικές εργασίες τεκμηριώνουν ότι στα ΜΚΔ οι χρήστες εκτίθενται σε όλο και πιο πολιτικά ομοιογενές περιεχόμενο, επιλεγμένο από τους αλγόριθμους με βάση το προφίλ του κάθε χρήστη. Ο περιορισμός της ειδησεογραφίας και του πολιτικού περιεχομένου, στην πράξη, σημαίνει σημαντική αύξηση του πολιτικού βάρους του Facebook και των αλγορίθμων στο περιεχόμενο που εμφανίζεται στους χρήστες.
Στο διήγημα του του Asimov, όταν ο ψηφοφόρος της χρονιάς απαντάει στις ερωτήσεις του υπερυπολογιστή είναι καλωδιωμένος με μηχανήματα που μετρούν τις αντιδράσεις του οργανισμού του. Οι χειριστές του υπερυπολογιστή τον ενημερώνουν «Από τον τρόπο που λειτουργούν ο εγκέφαλος και η καρδιά σας, οι ορμόνες και οι ιδρωτοποιοί αδένες, ο Multivac μπορεί να κρίνει πόσο έντονα νιώθετε για το θέμα…Θα καταλάβει τα συναισθήματά σας καλύτερα από εσάς τον ίδιο». Σήμερα δεν χρειάζεται καν καλωδίωση. Από τον τρόπο που αλληλεπιδρούμε όλη μέρα με τα έξυπνα κινητά μας και το διαδίκτυο, τα ψηφιακά μας ίχνη επιτρέπουν σε αλγόριθμους τεχνητής νοημοσύνης να διαμορφώνουν το προφίλ μας πολύ πιο γρήγορα, πιο εύκολα αλλά και με μεγαλύτερο βάθος σε σχέση με το Multivac.
Το μεγάλο σκάνδαλο της εποχής μας είναι ότι με αυτές τις διαδικασίες η πολιτική «αλγοριθμοποιείται» και οι αλγόριθμοι «πολιτικοποιούνται» με πρωτοβουλία και υπό τον ασφυκτικό έλεγχο μιας χούφτας εταιρειών, χωρίς κανένα έλεγχο από τη μεριά των πολιτών, του δημοσίου συμφέροντος και των εκλεγμένων κυβερνήσεων. Η αναλογική δημοκρατία γερνάει, ρυτιδιάζει και περιθωριοποιείται στην πράξη. Ο χωροχρόνος της πολιτικής διαπάλης συρρικνώνεται και γίνεται όλο και περισσότερο ψηφιακός – εικονικός, για τη μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών η πολιτική γίνεται άλλο ένα θέαμα προς κατανάλωση. Η διαδικασία αυτή, με μαθηματική ακρίβεια, οδηγεί στην πλήρη αφυδάτωση της δημοκρατίας και ανοίγει το δρόμο για νέα μοντέλα πολιτικής διαχείρισης, όπως αυτά που είδαμε στην πανδημία και αυτά που περιγράφει ο Asimov. Από αυτό τον τεράστιο κίνδυνο δεν μπορεί να μας προστατεύσει κανένα λογισμικό, καμιάς εταιρείας, πόσο μάλλον των ίδιων των εταιρειών που μας θέλουν καθηλωμένους στις οθόνες για να τροφοδοτούμε τα αδηφάγα μοντέλα τεχνητής νοημοσύνης που καταβροχθίζουν ακαριαία κάθε ψηφιακό μας ίχνος. Για να βγούμε από αυτό το ολισθηρό και επικίνδυνο μονοπάτι, πρέπει να αναζητήσουμε άλλους δρόμους, έξω και πέρα από τις οθόνες των κινητών, των υπολογιστών και των τηλεοράσεων.
Ο Αντώνης Μαυρόπουλος είναι σύμβουλος κυκλικής οικονομίας και συγγραφέας του βιβλίου «Τεχνητή Νοημοσύνη – Άνθρωπος, Φύση, Μηχανές» (εκδόσεις Τόπος)
[1] https://news.microsoft.com/2024/02/16/technology-industry-to-combat-deceptive-use-of-ai-in-2024-elections/
[2] Few AI deepfakes identified in EU elections, Microsoft president says